- πατροκλινής
- -έςφρ. «πατροκλινής κληρονομικότητα»βιολ. κληρονομικότητα κατά την οποία οι απόγονοι διατηρούν όλους τους χαρακτήρες τού πατέρα τους, δηλ. όλοι οι χαρακτήρες που υπάρχουν στον πατέρα πρέπει να είναι επικρατείς.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. patroclinous < πατήρ, πατρός + -κλινής (< κλίνω)].
Dictionary of Greek. 2013.